Τι πραγματικά αποφάσισε το Δικαστήριο της Ευρωπαικής Ένωσης. Ποια στοιχεία υποδεικνύει στο ΣτΕ να λάβει υπ’ όψιν του
στην απόφασή του.Στις 24 Ιανουαρίου 2013 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής ΔΕΕ) δημοσίευσε την απόφασή του στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις των αλλοδαπών εταιρειών Stanleybet International Ltd, William Hill Organization Ltd, William Hill pic (C-186/11) και Sportingbet pic (C-209/11) κατά του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του υπουργού Πολιτισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Με την ανωτέρω απόφασή του, το ΔΕΕ απάντησε σε τρία προδικαστικά ερωτήματα τα οποία είχε υποβάλει το Συμβούλιο της Επικρατείας (εφεξής ΣτΕ), στο πλαίσιο εκδίκασης τριών (συναφών ως προς το αντικείμενο και τις νομικές βάσεις τους) αιτήσεων ακύρωσης κατά της εκμέρους των ελληνικών αρχών σιωπηρής απόρριψης αιτήσεων των ανωτέρω αλλοδαπών εταιρειών, που αφορούσαν στη χορήγηση σε αυτές άδειας οργάνωσης αθλητικών στοιχημάτων στην ελληνική επικράτεια.
Αναπόφευκτα, αντικείμενο της μακροχρόνιας και πολυεπίπεδης δικαστικής διένεξης κατέστη η εν γένει συμβατότητα των διατάξεων του ν. 2433Λ996 και του άρθρου 27 του ν. 2843/2000 (δυνάμει των οποίων παρασχέθηκε και συμβατικά στην ΟΠΑΠ Α.Ε. το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας τυχερών παιγνίων στην Ελληνική επικράτεια) με τις διατάξεις της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής ΣΛΕΕ) που εγγυούνται την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και την ελευθερία εγκατάστασης, με κύρια σημεία διερεύνησης, αξιολόγησης και αναφοράς τους επιδιωκόμενους από τις ανωτέρω εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις σκοπούς, σε συνδυασμό με τον τρόπο εφαρμογής του μονοπωλίου εκ μέρους της ΟΠΑΠ Α.Ε., η οποία παρενέβη υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, τόσο ενώπιον του ΣτΕ όσο και ενώπιον του ΔΕΕ.
Αμέσως μετά τη δημοσίευση της απόφασης του ΔΕΕ, η τιμή της μετοχής της ΟΠΑΠΑ.Ε. στο Χρηματιστήριο Αθηνών ενδοσυνεδριακά κατέγραψε πτώση έως και 20,79%, ενώ η συνεδρίαση έκλεισε τελικά με σημαντικές απώλειες της τάξης τουπ ,46%, με τους επενδυτές να προδικάζουν και πρακτικά να προεξοφλούν αρνητικές επιπτώσεις της ανωτέρω απόφασης στο μονοπώλιο της ΟΠΑΠ Α.Ε. και στην αξία της, εν μέσω αρνητικών (στη συντριπτική τους πλειονότητα) δημοσιευμάτων στα ελληνικά και στα ξένα ΜΜΕ, με τον Bloomberg (και όχι μόνο) να προχωρεί στην προδήλως βεβιασμένη και νομικώς αδόκιμη εκτίμηση ότι το ΔΕΕ έκρινε το μονοπώλιο της ΟΠΑΠ Α.Ε. παράνομο, ως ασύμβατο με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης.
Η πραγματικότητα είναι ότι το ΔΕΕ, με την ανωτέρω απόφασή του, υπέδειξε με τον πλέον εμφατικό τρόπο μια σειρά από στοιχεία τα οποία το ΣτΕ, ως αρμόδιο εθνικό δικαστήριο, πρέπει (σε κάθε περίπτωση) να αξιολογήσει και να λάβει υπ’ όψιν του στο πλαίσιο διαμόρφωσης της τελικής κρίσης του στη συγκεκριμένη υπόθεση. Πρωτίστως, όμως, το ΔΕΕ έθεσε μια σειρά από δεδομένα και παραμέτρους, που όχι μόνο εντείνουν τη νομική ανασφάλεια στην αγορά των τυχερών παιγνίων στην Ελλάδα και καθιστούν ακόμα πιο περίπλοκους τους νομικούς κινδύνους, με τους οποίους βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπο το μονοπώλιο της ΟΠΑΠ Α.Ε., αλλά και μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την ευρισκόμενη σε εξέλιξη διαδικασία αποκρατικοποίησης της.
Συγκεκριμένα:
(α) Ακολουθώντας την πάγια νομολογία του, το ΔΕΕ έκρινε, για μία ακόμη φορά, ότι το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέτει σαφείς περιορισμούς, συγκεκριμένα όρια και αυστηρές προϋποθέσεις στο αποκλειστικό δικαίωμα μιας επιχείρησης (εν προκειμένω της ΟΠΑΠ Α.Ε.) να οργανώνει και να εκμεταλλεύεται τυχερά παίγνια και, ταυτόχρονα, επιβεβαίωσε ότι η Ελληνική Δημοκρατία, ως κράτος-μέλος, έχει τη διαχρονική υποχρέωση να συμμορφώνεται πλήρως με τις απαιτήσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.
Ανεξαρτήτως της τελικής κρίσης του ΣτΕ στη συγκεκριμένη υπόθεση, η οποία πλέον αναμένεται με έντονο ενδιαφέρον, είναι απολύτως βέβαιο ότι η υπέρβαση ή μη εκ μέρους της ΟΠΑΠ Α.Ε. των ορίων αυτών και η εκπλήρωση ή μη των σχετικών προϋποθέσεων πρόκειται να καταστούν (αν όχι άμεσα, πάντως σε βάθος χρόνου) αντικείμενα νομικών διενέξεων μεταξύ της ΟΠΑΠ Α.Ε., της Ελληνικής Δημοκρατίας, των αρμόδιων αρχών και όσων επιχειρήσεων επιθυμούν ή θα επιχειρήσουν να παρέχουν αντίστοιχες υπηρεσίες στην ελληνική επικράτεια.
Με άλλα λόγια, ο τρόπος και οι λεπτομέρειες εφαρμογής στην πράξη του μονοπωλίου σε συγκεκριμένα τυχερά παίγνια από την ΟΠΑΠ ΑΕ. θα εξακολουθήσουν να βρίσκονται υπό προσεκτική και συνεχή διερεύνηση, στοιχείο το οποίο διαχρονικά θα πρέπει να λαμβάνουν υπ’όψιν τους οι εκάστοτε διοικήσεις της ΟΠΑΠΑ.Ε., ειδικά (αλλά όχι περιοριστικά) κατά τη διαμόρφωση και τον καθορισμό των στρατηγικών επιλογών και δράσεων και της εμπορικής επικοινωνίας τους.
(β)Το ΔΕΕ έκρινε, επίσης, ότι ένα τόσο πε1Ρίριοριστικό μέτρο, όπως ένα μονοπώλιο, πρέπει, μεταξύ άλλων, να υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο εκ μέρους των δημοσίων αρχών.
Αναπόφευκτα ο έλεγχος αυτός θα εντοπιστεί, κυρίως αλλά όχι αποκλειστικώς, στη διαδικασία λήψης αποφάσεων από το Δ.Σ. της ΟΠΑΠ Α.Ε. και υλοποίησής τους, υπό το πρίσμα των στοιχείων και των στοχεύσεων (επιδιώξεων) που χαρακτηρίζουν το εθνικό κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας της. Η έκταση, η ένταση και το περιεχόμενο του ελέγχου αυτού, όπως και ο τυχόν μη έγκαιρος και ορθολογικός καθορισμός τους από την κυβέρνηση και τις αρμόδιες αρχές, αποτελούν στοιχεία τα οποία, στο πλαίσιο της διαδικασίας αποκρατικοποίησης της ΟΠΑΠΑ.Ε., θα επηρεάσουν τις αξιολογήσεις και τους σχεδιασμούς των ενδιαφερομένων – υποψηφίων αναδόχων και, τελικά, την αποτίμηση της ΟΠΑΠ Α.Ε.
(γ)Το ΔΕΕ έκρινε, τέλος, ότι σε περίπτωση που το ΣτΕ αποφασίσει ότι η εθνική νομοθεσία στον τομέα της οργάνωσης και εκμετάλλευσης τυχερών παιγνίων είναι ασυμβίβαστη με τις διατάξεις της ΣΛΕΕ περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και ελευθερίας εγκατάστασης, δεν μπορεί (λόγω της υπεροχής τού άμεσα εφαρμοστέου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης) να συνεχίσει να εφαρμόζεται για μεταβατική περίοδο εθνική κανονιστική ρύθμιση περί κρατικού μονοπωλίου στον τομέα των τυχερών παιγνίων.
Στην περίπτωση αυτή είναι νομικά αδιαμφισβήτητο, αφενός, ότι οι αρμόδιες αρχές δεν είναι υποχρεωμένες να εκδώσουν τυχόν αιτηθείσες άδειες για την οργάνωση και την εκμετάλλευση τυχερών παιγνίων και, αφετέρου, ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν είναι υποχρεωμένη να απελευθερώσει την αγορά των τυχερών παιγνίων ή να προχωρήσει σε ελεγχόμενο έστω άνοιγμά της. Είναι, όμως, εξίσου αδιαμφισβήτητο, αφενός, ότι η ΟΠΑΠ Α.Ε. κινδυνεύει να βρεθεί αυτομάτως σε νομικό κενό ως προς το καθεστώς λειτουργίας της στην Ελλάδα και στην Κύπρο και, αφετέρου, ότι ο κίνδυνος για de facto και απολύτως ανεξέλεγκτο άνοιγμα της αγοράς τυχερών παιγνίων, έστω και προσωρινά, θα αυξηθεί κατακόρυφα.
Κατά τούτο είναι σαφές ότι ενώ η διαδικασία αποκρατικοποίησης της ΟΠΑΠ Α. Ε. πρόκειται να ολοκληρωθεί, σύμφωνα τουλάχιστον με το προσφάτως ανακοινωθέν χρονοδιάγραμμα, τον προσεχή Απρίλιο, υπάρχει πλέον σοβαρότατο ενδεχόμενο η κυβέρνηση να επιλέξει, είτε προληπτικά εντός των επομένων δύο μηνών, είτε (ακόμα χειρότερα) να υποχρεωθεί εκ των περιστάσεων, σε μεταγενέστερο της ολοκλήρωσης της διαδικασίας αποκρατικοποίησης χρόνο, να προχωρήσει σε εκτενή νομοθετική μεταρρύθμιση του μονοπωλιακού καθεστώτος λειτουργίας της ΟΠΑΠ Α.Ε., προκειμένου να εξασφαλίσει τη συμβατότητά του προς τις διατάξεις της ΣΛΕΕ.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, τα σχετικά κείμενα πρέπει να κοινοποιηθούν στη Γενική Διεύθυνση Επιχειρήσεων και Βιομηχανίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς έλεγχο της συμβατότητάς τους με τη ΣΛΕΕ, διαδικασία η οποία μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά χρονοβόρα και να πυροδοτήσει, ως επί το πλείστον συμβαίνει σε αντίστοιχες περιπτώσεις, νέο κύκλο καταγγελιών κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και, υπό προϋποθέσεις, ακόμη και σε διαδικασίες παραπομπής της στο ΔΕΕ.
Συναφώς, θα πρέπει να επισημανθεί το γεγονός ότι σειρά καταγγελιών κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας, αφορούσε διατάξεις του ν. 4002/2011 για τη ρύθμιση της αγοράς παιγνίων (παιγνιομηχανήματα τύπου VLTs και διεξαγωγή τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου) ήδη εκκρεμούν ενώπιον της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικής Αγοράς και Υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως επίσης εκκρεμεί, ήδη από το 2007, διαδικασία για την παραπομπή της Ελληνικής Δημοκρατίας στο ΔΕΕ (Παράβαση 2007/4094 – Περιορισμοί στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών σχετικών με τυχερά παίγνια). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε, και μάλιστα κατ’ επανάληψη, εκδηλώσει την πρόθεσή της να αναμείνει την ανωτέρω απόφαση του ΔΕΕ, ώστε να καθορίσει τη στάση της και να αποφασίσει για τις περαιτέρω ενέργειές της, πιθανότατα δε και για την ανάληψη άμεσων νομικών δράσεων κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας για μη συμμόρφωσή της με σειρά υποχρεώσεων που επιβάλλει το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εν κατακλείδι, η ανωτέρω απόφαση του ΔΕΕ δεν αποτελεί μεμονωμένο γεγονός, ούτε πρέπει να εκληφθεί από τους εμπλεκόμενους ως τέτοιο.
Αντίθετα, σύντομα θα αποδειχθεί ότι η βαρύτητά της είναι εξαιρετικά μεγάλη, ώστε να αποτελέσει την αφετηρία σημαντικών εξελίξεων, τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξελίξεις οι οποίες βραχυπρόθεσμα θα επηρεάσουν, ενδεχομένως καθοριστικά, την πορεία αποκρατικοποίησης της ΟΠΑΠ Α.Ε. και μακροπρόθεσμα θα καθορίσουν τις εν γένει προοπτικές της αγοράς τυχερών παιγνίων στην Ελλάδα.
Κατά τουτο, η κυβέρνηση καλείται πλέον άμεσα να αναλύσει διεξοδικά και με αντικειμενική προσέγγιση τα νέα δεδομένα, να επανεξετάσει ορθολογικά και συντεταγμένα τις προτεραιότητες και τις στοχεύσεις της και να αναπροσαρμόσει με τη δέουσα για τις περιστάσεις προσοχή, επιμέλεια και αποφασιστικότητα τη στρατηγική για την επίτευξη τους. Σε αντίθετη περίπτωση, είναι απολύτως βέβαιο ότι οι συνέπειες για την ΟΠΑΠΑ.Ε. και τους υπόλοιπους νομίμους παρόχους, για την αγορά τυχερών παιγνίων και, κυρίως, για την εθνική οικονομία θα είναι εξόχως αρνητικές.
Διαβάστε το άρθρο «Το μέλλον του ΟΠΑΠ και του μονοπωλίου του» στην πηγή: ΑΞΙΑ του Δ. ΠΑΝΑΓΕΑ