Το ερώτημα είναι αν ο νέος στρατηγικός επενδυτής είναι διατεθειμένος να περικόψει δαπάνες, να εισαγάγει νέα παιχνίδια και να
αξιοποιήσει ένα γήπεδο δυνητικών εσόδων 10 δισ.ευρώ, στο οποίο θα παίζει ουσιαστικά μόνος του
Ένας (ακόμα) φόρος ήταν αρκετός για να «ανάψει τα αίματα» στη χρηματιστηριακή αγορά την περασμένη εβδομάδα, ανεβάζοντας την αδρεναλίνη στα ύψη. Σύμφωνα με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του υπουργείου Οικονομικών, ο ΟΠΑΠ θα εφαρμόσει έναν ενιαίο φορολογικό συντελεστή στα υφιστάμενα παιχνίδια, όπως προβλέπεται στον νόμο 4002/2011 για τα VLTs και το διαδικτυακό στοίχημα. Ο φόρος που προβλέπεται είναι 30% επί των μικτών κερδών σε όλα τα παιχνίδια που πραγματοποιούνται από το επίγειο δίκτυο των 5.000 πρακτορείων που αποτελούν το δίκτυο του ΟΠΑΠ.
Μικτά κέρδη, στην προκειμένη περίπτωση, νοούνται τα καθαρά έσοδα του ΟΠΑΠ μετά την αφαίρεση των αποδόσεων των παικτών, τα οποία στη χρήση του 2011 είχαν ανέλθει στα 1,4 δισ. ευρώ. Αν στη χρήση του 2012 εφαρμοζόταν αυτή η απόφαση, ο ΟΠΑΠ θα «έχανε» περί τα 350 εκατ. ευρώ από την τελική γραμμή, εμφανίζοντας μια καθαρή κερδοφορία κοντά στα 110-120 εκατ. ευρώ.
Πίσω από αυτήν την απόφαση βρίσκεται η αναζήτηση συμβιβασμού με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την αποκρατικοποίηση χωρίς γκρίζες ζώνες για τους υποψήφιους αγοραστές.
Η επιβολή του φόρου παιγνίων είναι μια συμβατή πρακτική στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι όμως στο ύψος που ανακοίνωσε ο ΟΠΑΠ. Για παράδειγμα, η πιο «ακριβή» χώρα στον φόρο παιγνίων είναι η Ισπανία, με 25%, αλλά όχι για όλα τα είδη των παιχνιδιών που πραγματοποιούνται στην επικράτειά της. Ο φόρος ποικίλλει ανάλογα με το είδος του παιχνιδιού και τον τρόπο διεξαγωγής του (Διαδίκτυο, καταστήματα) και κυμαίνεται από 10% έως 25%, ενώ υπάρχουν και επιπλέον επιβαρύνσεις σε κάποιες κατηγορίες, εφόσον τα έσοδα υπερβούν ένα ορισμένο όριο.
Στην Ιταλία ο φόρος είναι 15%, στη Μ. Βρετανία 20%, στην Κύπρο 10% και στη Γερμανία 16.6%. Εκ πρώτης όψεως, η απόφαση δείχνει ότι η πρόθεση ήταν να φορολογηθεί ακριβά ο τζόγος στην Ελλάδα.
Αφενός γιατί… έπρεπε, αφετέρου διότι με αυτόν τον τρόπο το ελληνικό κράτος διατηρεί σχεδόν σταθερά τα οφέλη που είχε στον ΟΠΑΠ προ αποκρατικοποίησης. Μάλιστα, ο συγκεκριμένος φόρος, αν εφαρμοστεί το σχέδιο φορολόγησης που ισχύει για τις παιχνιδομηχανές (VLTs), δεν καταβάλλεται στο τέλος της χρήσης, αλλά σε τακτικές τριμηνιαίες περιόδους.
Πέρα από την προφανή αρνητική εξέλιξη στην κερδοφορία και την αποτίμηση της εταιρείας, εφόσον η φορολογία στην Ελλάδα μεταφράζεται άμεσα σε ταμειακή εκροή, ο ΟΠΑΠ έχει κάποια οφέλη από αυτήν την εξέλιξη.
Το ύψος του φόρου είναι τόσο υψηλό, που καθιστά «αποκρουστική» τη δραστηριοποίηση άλλων λοταριών ή διαχειριστών στοιχημάτων με επίσημη άδεια στην ελληνική επικράτεια. Για παράδειγμα, μια λοταρία με εξωχώρια (offshore) έδρα ή με έδρα σε ευνοϊκό φορολογικό περιβάλλον φορολογείται με συντελεστές 0,5% έως 2% επί του τζίρου. Εφόσον η έδρα βρίσκεται στην Ελλάδα, ο συντελεστής με βάση τον νέο φόρο ανεβαίνει στο 6% με 9%, ανάλογα με την επιχορήγηση των παικτών με μπόνους και το ποσοστό των διανεμόμενων κερδών. Στην περίπτωση του ΟΠΑΠ, από τα δύο κυριότερα παιχνίδια που συνιστούν το 87% του κύκλου εργασιών του, το ποσοστό εκτιμάται ότι αφορά το 9%.
Η διαφορά του ΟΠΑΠ, που τον φέρνει σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με άλλους διαχειριστές, είναι ότι έχει μηδενικό δανεισμό ακόμα και μετά τη διανομή του μερίσματος το 2012.Ή, καλύτερα, έχει καθαρό ταμείο 20 εκατ. ευρώ, έχοντας προπληρώσει τις άδειες των VLTs και άλλες αποκλειστικές άδειες, καταβάλλοντος 850 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον, μετά την επιβολή ενός τόσο υψηλού φόρου, το κίνητρο για το κράτος να κυνηγήσει και να περιορίσει τον παράνομο στοιχηματισμό (5 δισ. ευρώ) θα είναι μεγάλο, αφού τα οφέλη θα είναι άμεσα. Ένα άλλο σημείο της συμφωνίας που έχει θετικό αντίκτυπο αναφέρει ότι ο ΟΠΑΠ έχει ήδη καταβάλει για τη διατήρηση του μονοπωλίου έως το 2020 375 εκατ. ευρώ, συν 5% επί των μικτών κερδών για την περίοδο 2021-2030. Η καταβολή αυτή αφορούσε τα υφιστάμενα παιχνίδια, για τα οποία ο ΟΠΑΠ έχει «κλειδώσει» το μονοπώλιο διεξαγωγής τους για τα επόμενα 18 χρόνια. Η ταμειακή εκροή, σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΟΠΑΠ, θα εξεταστεί με μαθηματικούς τύπους και θα συμψηφιστεί με το σχετικό κονδύλι που θα προκύπτει σε κάθε χρήση. Υπό κάποιες αυστηρές συνθήκες, τα χρήματα που πλήρωσε ο ΟΠΑΠ θα μπορούσαν να του εξασφαλίσουν 2 με 3 ανέξοδες χρήσεις. Αυτό, ωστόσο, είναι μια συνθήκη που θα την επιβάλει το κράτος και, τηρουμένων των αναλογιών που έχουν προηγηθεί, θα πρέπει να κρατά κανείς μικρό καλάθι.
Μια άλλη, όχι τόσο προφανής, αρνητική εξέλιξη έχει να κάνει με τη φορολόγηση των παικτών. Ενώ φαινομενικά ο φόρος 10% για κάθε ποσό φαίνεται να είναι μια ουδέτερη εξέλιξη, αφού δεν επηρεάζει το έσοδο καθεμίας συναλλαγής που έχουν οι παίκτες για τον ΟΠΑΠ, στην πραγματικότητα μειώνει το μέγεθος των κεφαλαίων που επανατοποθετούνται στα παιχνίδια του οργανισμού. Πα παράδειγμα, ένας παίκτης που κερδίζει 100 ευρώ και θα λάβει καθαρό κέρδος 90 το πιθανότερο είναι να επανατοποθετήσει τα κερδισμένα του χρήματα σε ένα νέο στοίχημα ή αριθμολαχείο.
Δεδομένου ότι ο ΟΠΑΠ μοιράζει τα 2/3 των κερδών, η επανατοποθέτηση των κερδών σε νέα λαχεία μπορεί να παραγάγει τζίρο σχεδόν τριπλάσιο, μέχρι το ποσό να πέσει κάτω από τα 30 λεπτά, που είναι η αξία της στήλης.
Στην την περίπτωση της επιβολής φόρου κατά 10%, όμως, η διαδικασία «επαναστοιχηματισμού» έχει απώλειες 19,3%. Αν και ο ΟΠΑΠ έχει μικρότερες απώλειες εσόδων από άλλες κατηγορίες ή κλάδους της οικονομίας, η επιβολή του φόρου των κερδών των παικτών είναι βέβαιο ότι θα μειώσει ταχύτερα τον κύκλο εργασιών του ομίλου και, δεδομένης της ύφεσης, η απώλεια αυτή ίσως να μην αντισταθμιστεί εύκολα από ελκυστικότερες αποδόσεις ή την αύξηση της αξίας της στήλης ανά παιχνίδι.
Έχοντας κατά νου τα παραπάνω, ο ΟΠΑΠ εγκαταλείπει οριστικά τις διψήφιες αποτιμήσεις για αρκετό χρονικό διάστημα. Πέρα από το πόσο ηθικό είναι ο πωλητής (ελληνικό κράτος), με μέσο όρο τιμής 12,5 ευρώ, να «δαγκώνει» τους μετόχους στους οποίους πούλησε το 65,2% της συμμετοχής του με έναν ιλιγγιώδες φόρο, η εταιρεία δεν απαξιώνεται πλήρως.
Ακόμα και σε αυτό το ακραίο ενδεχόμενο, οι ασκήσεις αποτίμησης δίνουν τιμές που κινούνται μεταξύ 3,8 και 6,9 ευρώ, περιορίζοντας το δυνητικό περιθώριο υποχώρησης. Προς το παρόν, τον λόγο στο ταμπλό έχει η ψυχολογία, όπως έγινε πολύ πρόσφατα στην περίπτωση της ΔΕΗ και του ΟΤΕ.
Ο ΟΠΑΠ είναι το παράδειγμα της παχιάς αγελάδας που αρμέγεται συστηματικά από το ελληνικό κράτος. Οι παίκτες φορολογούνται με 10% επί των κερδών τους, το καθαρό έσοδο των παιγνίων θα φορολογείται με 30%, τα κέρδη της χρήσης με 20% και τα μερίσματα με 25%.
Την ίδια στιγμή, ο ΟΠΑΠ, με διάφορες δωρεές και χορηγίες, διανέμει άλλα 90 εκατ.ευρώ ετησίως. Το ερώτημα είναι αν ο νέος στρατηγικός επενδυτής είναι διατεθειμένος να περικόψει δαπάνες, να εισαγάγει νέα παιχνίδια και να αξιοποιήσει ένα γήπεδο δυνητικών εσόδων 10 δισ. ευρώ, στο οποίο θα παίζει ουσιαστικά μόνος του.
Διαβάστε το άρθρο «Τι τρέχει με τον ΟΠΑΠ και την αποκρατικοποίηση» στην πηγή: ΚΕΦΑΛΑΙΟ-ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ από τον αναλυτή της Beta Χρηματιστηριακή ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗ