Αρχική ΝΕΑ ΟΠΑΠ Σπανουδάκης. Άρθρο του στην Καθημερινή

Σπανουδάκης. Άρθρο του στην Καθημερινή

από
Μόνο 5 λεπτά

Το ευρύτερο περιβάλλον μέσα στο οποίο δραστηριοποιείται η ΟΠΑΠ ΑΕ αλλάζει, κυρίως λόγω της ραγδαίας ανάπτυξης και επέκτασης της χρήσης της ηλεκτρονικής, η οποία εδώ και μερικά χρόνια έχει εισβάλει στο χώρο των τυχερών παιχνιδιών σε όλα τα κράτη της ΕΕ και  διεθνώς.

 Στην κατεύθυνση αυτή έχουν αναπτυχτεί αφενός ο κλάδος των ηλεκτρονικών τυχερών παιγνίων περιορισμένου κέρδους (Video Lotteries Term – VLTs), και αφετέρου ο κλάδος του στοιχηματισμου η και παροχής τυχερών παιχνιδιών μέσω διαδικτύου, κλάδοι που κερδίζουν διαρκώς σημαντικά μερίδια της «αγοράς», ενώ ταυτόχρονα προσελκύουν συνεχώς και νέους παίκτες στην «αγορά» των τυχερών παιχνιδιών (μεγέθυνση της αγοράς μέσο διαδικτύου).

          Κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει την πραγματικότητα της «δίδυμης» αυτής αλλαγής. Προπαντός, κανείς δεν μπορεί να αφήσει να επεκτείνεται ανεξέλεγκτα, κάτι που συνέβη σε πολλά κράτη – και στη δική μας χώρα – με προφανείς αρνητικές  επιπτώσεις σε οικονομικό, αλλά και κοινωνικό επίπεδο.

          Η καθολική απαγόρευση διενέργειας ηλεκτρονικών τεχνικών και τυχερών παιχνιδιών περιορισμένου κέρδους εντος της ελληνικής επικράτειας,  πριν από μερικά χρόνια, οδήγησε προοδευτικά στο de facto άνοιγμα  της συγκεκριμένης αγοράς κατά τρόπο απολύτως ανορθόδοξο, καθώς πολλές ξένες εταιρίες, εκμεταλλευόμενες το ελαστικό θεσμικό πλαίσιο που ισχύει σε άλλα κράτη, αλλά και  σε κράτη-μέλη της ΕΕ, όπου εγκαταστάθηκαν,  καθώς, επίσης, και τις δυνατότητες που τους προσφέρει η τεχνολογία, άρχισαν να παρέχουν εξ αποστάσεως υπηρεσίες ηλεκτρονικών τεχνικών και τυχερών παιχνιδιών στην ελληνική αγορά.

          Η απουσία νομοθετικού ρυθμιστικού πλαισίου στη χώρα μας, το οποίο θα καθιστούσε εφικτή τη νομική οργάνωση, λειτουργία, διεξαγωγή και διαχείριση  των τεχνικών παιχνιδιών και VLTs, μπορεί να εδραζόταν σε εύλογες ανησυχίες – τόσο της πολιτείας, όσο και ενός μεγάλου τμήματος των πολιτών – τις οποίες προκαλούν ο εθιστικός χαρακτήρας αυτών των παιχνιδιών και οι εγγενείς κίνδυνοι που συνεπάγονται για τους πολίτες, ιδίως τους ανήλικους και τις θεωρούμενες ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες. Ωστόσο, οι ανησυχίες καθίστανται κίνδυνος, όταν η πολιτεία δεν παρεμβαίνει και δεν καθορίζει τα όρια και τη λειτουργία αυτής της πραγματικά ευαίσθητης αγοράς.

          Η ελληνική κυβέρνηση, όπως και οι κυβερνήσεις σε πολλά άλλα κράτη – μέλη της ΕΕ, οι οποίες βρέθηκαν αντιμέτωπες με το ίδιο πρόβλημα, προσπάθησε με συνεχείς ελέγχους, με διάφορες διοικητικές πρωτοβουλίες, καθώς και με την επιβολή αυστηρών κυρώσεων, να εμποδίσει τη λειτουργία και διάχυση όλων των ηλεκτρονικώς διενεργούμενων ψυχαγωγικών τεχνικών παιχνιδιών, τα οποία –να σημειωθεί- μετατρέπονται ευχερώς σε παράνομα ηλεκτρονικά τυχερά παιχνίδια. Παρά τη γενικευμένη απαγόρευση, οι προσπάθειες απέδωσαν μερικό αποτέλεσμα και αυτό για τον απλούστατο λόγο: η ηλεκτρονικά και το διαδίκτυο δεν γνωρίζουν σύνορα.

          Επιπροσθέτως, πολλές από τις εταιρίες  που δραστηριοποιούνται στον κλάδο αυτών των παιχνιδιών διεθνώς, θεώρησαν ότι έχουν κάθε δικαίωμα να ασκούν την επιχειρηματική τους δράση σε κάθε χώρα, ενώ οποιαδήποτε παρεμπόδιση τους ισοδυναμεί με παραβίαση των θεμελιωδών ελευθερίων εγκατάστασης και παροχής υπηρεσιών που απολαμβάνουν βάσει της Συνθήκης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

          Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα επεσήμανε με διαφόρους τρόπους την ανάγκη ρύθμισης της εν λογω αγοράς σε εθνικό επίπεδο, προκειμένου να διασφαλιστούν  στο μέτρο του αναγκαίου οι θεμελιώδεις ελευθέριες των κοινοτικών παροχων, με σεβασμό πάντα στη δημόσια τάξη και τις ιδιαιτερότητες κάθε κράτους-μέλους.

          Στο πλαίσιο αυτό πολλά ευρωπαϊκά κράτη (Ιταλία, Αυστρία, Βέλγιο, Γάλλια, Σουηδία, Εσθονία κα.) προχώρησαν στο  ελεγχόμενο άνοιγμα της αγοράς των ηλεκτρονικών τυχερών παιχνιδιών περιορισμένου κέρδους, όπως, επίσης, και του στοιχηματίσου μέσω διαδικτύου, με τη θεσμοθέτηση συστημάτων δανειοδότησης με βάση αυστηρά κριτήρια και τη πρόβλεψη μηχανισμών διαρκούς εποπτείας και έλεγχου των τερματικών, μέσω των οποίων διεξάγεται αυτή η κατηγορία ηλεκτρονικών τυχερών παιγνίων.

           Η Ελλάδα καθυστέρησε να κάνει κάτι αντίστοιχο, με συνέπεια –ειδικά αναφορικά με τα ψυχαγωγικά τεχνικά παίγνια- η διαδικασία σε κοινοτικό επίπεδο να καταλήξει στη καταδίκη της Ελληνικής Δημοκρατίας από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στην  επιβολή υψηλότατου ημερήσιου προστίμου, έτσι ώστε η χώρα μας να εξαναγκαστεί να καταστήσει την εθνική νομοθεσία συμβατή με το κοινοτικό δίκαιο και σε αυτήν την ειδικότερη αγορά.

          Η αναγκαιότητα να υπάρξει  νομοθετική ρύθμιση για τις υπαρκτές, πλέον, νέες «αγορές» των τυχερών παιχνιδιών είναι «εκ των ων ουκ άνευ». Στη φάση  ρύθμισης της «αγοράς» βρισκόμαστε σήμερα.

          Μετά την δημόσια διαβούλευση κατά την οποία ανταποκρίθηκε ένα μεγάλο πλήθος άμεσα και έμμεσα ενδιαφερόμενων, η κυβέρνηση είναι έτοιμη να συντάξει το σχέδιο νόμου και να τι καταθέσει προς ψήφιση στη βουλή.

          Η ρύθμιση της συγκεκριμένης «αγοράς», αναμφισβήτητα, θα αποφέρει έσοδα για το δημόσιο. Ωστόσο, το ζήτημα, για εμάς και για πολλούς ακόμη, βρίσκεται πέρα από τα στενά οικονομικά όρια: είναι κοινωνικό.

          Θεωρούμε  τις ευαίσθητες «αγορές», όπως αυτές των τυχερών παιχνιδιών, δεν μπορούν να λειτουργούν δίχως κανόνες και φραγμούς, δίχως το συστηματικό και αδιάλειπτο κρατικό έλεγχο. Κάθε εταιρεία που επιθυμεί να δραστηριοποιηθεί σε αυτό το χώρο θα πρέπει να υπόκειται σε αυστηρό πλαίσιο λειτουργίας και έλεγχο.

          Τον έλεγχο αυτό υφισταμεθα εμείς όλα τα χρόνια λειτουργίας μας. Και ορθώς τον υφισταμεθα.

          Ζητάμε το ίδιο να ισχύσει και σε κάθε ανάλογη περίπτωση. Ζητάμε να δημιουργηθεί ένα θεσμικό καθεστώς, αλλά και ένας κεντρικός μηχανισμός έλεγχου της λειτουργίας των ηλεκτρονικών τυχερών παιχνιδιών. Ουσιαστικά, να σταματήσει η απαράδεκτη, από κάθε άποψη, και ανεξέλεγκτη λειτουργία της «αγοράς» ηλεκτρονικών παιχνιδιών.

          Επιθυμούμε – και το έχουμε υπογραμμίσει με κάθε ευκαιρία και προς κάθε κατεύθυνση- ένα σύστημα δανειοδότησης και κεντρικής εποπτείας  με βάση κριτήρια και διαδικασίες προσαρμοσμένες στις ιδιαιτερότητες  των επιμέρους κατηγοριών των ηλεκτρονικών παιχνιδιών.

          Θέλουμε σε αυτό το σύστημα να συμμορφώνονται όλοι οι ανάδοχοι και όλοι οι συνεργαζόμενοι με αυτούς παροχοι, έτσι ώστε να αποτρέπεται  η μετατροπή των ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων σε παράνομα ηλεκτρονικά τυχερά παίγνια.

          Έχουμε υποστηρίξει ότι είναι αναγκαίο, εκτός από το «γράμμα του νόμου» να δημιουργηθεί ενιαίο κεντρικό σύστημα συνεχούς εποπτείας  και έλεγχου όλων των διεξαγομένων  ηλεκτρονικών παιγνίων από έναν και τον αυτό φορέα, ο οποίος μπορεί να είναι η Επιτροπή Εποπτείας Παιγνίων οποία θα αναλάβει διευρυμένες ρυθμιστικές, κυρωτικές, κανονιστικές και εποπτικές αρμοδιότητες.

          Θέλουμε το κατακερματισμένο θεσμικό πλαίσιο ελέγχου εποπτείας και διαχείρισης των τυχερών παιχνιδιών στη χώρα μας, αλλά και οι στρεβλώσεις που έχουν προκληθεί από αυτό, να αρθεί και να καταστεί απολύτως σύμφωνο με το κοινοτικό δίκαιο και όσα ισχύουν σε αλλά κράτη-μέλη της ΕΕ.

          Θέλουμε να ασκηθεί μια περιοριστική πολιτική στα ηλεκτρονικά παιχνίδια, η οποία μπορεί να επιτευχτεί μόνο με το ελεγχόμενο άνοιγμα της αγοράς.

          Θέλουμε περιορισμένη (από πλευρά αναδόχων, παροχών, σημείων πώλησης και αριθμού τερματικών συσκευών ανά σημείο πώλησης) διείσδυση των ηλεκτρονικών τυχερών παιχνιδιών περιορισμένου κέρδους στην ελληνική επικράτεια.

          Θέλουμε έλεγχο των προσφερόμενων ηλεκτρονικών τυχερών παιχνιδιών, ώστε να αποτραπεί ο εθισμός των πολιτών σε αυτά.

           Και βεβαίως, θέλουμε να αποτραπεί η εκμετάλλευση των ηλεκτρονικών παιχνιδιών για εγκληματικούς σκοπούς (πχ. Παράνομο στοίχημα, απάτη, φοροδιαφυγή και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες), όπως και διασφάλιση της διεξαγωγής των ηλεκτρονικών παιχνιδιών σε ασφαλές για τους πολίτες πλαίσιο.

           Ακόμη, προβλέπουμε σε ένα νομοθετικό πλαίσιο το όποιο θα προασπίζει τη δημόσια τάξη, θα εμπεδώνει τη νομιμότητα και την προστασία των καταναλωτών και της κοινωνικής ειρήνης, θα εξασφαλίζει σημαντικά έσοδα στο ελληνικό Δημόσιο, και θα διασφαλίζει τη χρηματοδότηση κοινωνικών δράσεων, όπως συμβαίνει με τη λειτουργία της ΟΠΑΠ ΑΕ.

          Μέσα από ένα ξεκάθαρο νομοθετικό πλαίσιο, η ΟΠΑΠ ΑΕ θα επιδιώξει να εισέρθει και στις νέες «αγορές» που αναπόφευκτα θα λειτουργήσουν στο εξής και στη χώρα μας.

          Και θα το πράξουμε με την απόλυτη πεποίθηση ότι ως εταιρεία η ΟΠΑΠ ΑΕ, είναι απολύτως ανταγωνιστική απέναντι σε κάθε άλλη ελληνική η διεθνή εταιρεία που θα εισέρθει στον τομέα, αλλά και γιατί πιστεύουμε ότι η παρουσία μας στο χώρο θα αποτελέσει ένα πρόσθετο δεδομένο εγγύησης καλής λειτουργίας του κλάδου.  

ΠΗΓΗ :  ΚΑΘΗΜΕΡΗΝΗ

    

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ