Στην κόψη του ξυραφιού κινούνται τουλάχιστον τέσσερις από τις εννέα επιχειρήσεις καζίνο στην Ελλάδα. Την περασμένη εβδομάδα, στην Επιτροπή Ελέγχου και Εποπτείας Παιγνίων (ΕΕΕΠ) πραγματοποιήθηκε ακρόαση των διοικήσεων των καζίνο Λουτρακίου, Ρίου και Κέρκυρας, για οφειλές προς τους εργαζομένους. Η προγραμματισμένη ακρόαση της διοίκησης του καζίνο Σύρου αναβλήθηκε για τα μέσα του μήνα.
Οι κινήσεις που γίνονται δείχνουν μια κυβέρνηση αποφασισμένη να βάλει τάξη στη μη υγιή αγορά καζίνο, που λειτουργεί είτε στην πλάτη των εργαζομένων, είτε των ασφαλιστικών ταμείων, είτε των προμηθευτών και των πιστωτών τους, είτε όλων των προαναφερομένων μαζί. Η κίνηση αυτή υπαγορεύεται και από το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται στο στόχαστρο της Ε.Ε. που δεν έχει ανανεώσει την έκδοση των αδειών. Τέλος, επιδίωξη είναι οι νέες εκχωρήσεις αδειών στο Ελληνικό αλλά και σε άλλες περιοχές της χώρας (Κρήτη, Μύκονο και Σαντορίνη) να γίνουν με όσο το δυνατόν καλύτερες προϋποθέσεις, δηλαδή σ’ ένα περιβάλλον υγιούς ανταγωνισμού, όπου εφαρμόζονται οι νόμοι.
Τα μηνύματα της κυβέρνησης άλλοι τα έλαβαν υπ’ όψιν και άλλοι όχι. Για παράδειγμα, η οικογένεια Στέγγου, που ελέγχει το καζίνο του Πόρτο Καρράς, μόλις ψηφίστηκε το νέο θεσμικό πλαίσιο των επιχειρήσεων καζίνο (ν. 4512/2018), το οποίο ορίζει ότι οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να οφείλουν πάνω από 30 ημέρες δεδουλευμένα στο προσωπικό τους, μέσα σε λίγες εβδομάδες κατέβαλε μισθούς περίπου έξι μηνών (Σεπτέμβριος 2017 – Φεβρουάριος 2018).
Το καζίνο Λουτρακίου, σε αντίθεση με τη διοίκηση του Πόρτο Καρράς, συνέχισε να οφείλει στους εργαζομένους σχεδόν τρεις μήνες. Το ίδιο έκαναν τα καζίνο Σύρου, Κέρκυρας και κυρίως του Ρίο, που οφείλει δεδουλευμένα περίπου 10 μηνών. Το τελευταίο συνιστά τον πιο αδύναμο κρίκο, καθώς ο μέτοχός του είναι ζήτημα αν έχει την οικονομική δυνατότητα να πραγματοποιήσει τις κεφαλαιακές «ενέσεις» που απαιτούνται.
Επίσης, η διοίκηση του καζίνο Λουτρακίου συνεχίζει το παιχνίδι της «γάτας και του ποντικιού», ποντάροντας κυρίως στη γραφειοκρατία του Δημοσίου. Στην ακρόαση που πραγματοποιήθηκε στην ΕΕΕΠ την περασμένη Τρίτη, η διοίκηση της επιχείρησης, με νομικά τερτίπια του τύπου ότι ο Φεβρουάριος έχει 28 ημέρες και ότι το πόρισμα του ΣΕΠΕ φέρει ημερομηνία πριν από τα τέλη Μαρτίου, επιχειρηματολόγησε ότι είναι σύννομη. Πληροφορίες, ωστόσο, αναφέρουν ότι σήμερα οι εργαζόμενοι είναι πάλι περίπου 2,5 μήνες απλήρωτοι, δηλαδή η επιχείρηση τους οφείλει Απρίλιο, Μάιο και μέρος του Μαρτίου.
Παράγοντες της αγοράς αναφέρουν ότι, παρά τις πολεμικές ιαχές, η διοίκηση του καζίνο Λουτρακίου θα επιχειρήσει να διατηρήσει την άδεια του καζίνο. Ειδικά τώρα που η ίδια έχει κερδίσει διάφορες δικαστικές αποφάσεις που περιέχουν χρηματικές διεκδικήσεις άνω των 80 εκατ. ευρώ, θα είναι δύσκολο να τις απεμπολήσει για μια μισθοδοσία της τάξεως του 1,2 εκατ. ευρώ τον μήνα. Δεν παύει, ωστόσο, να παίζει με τη φωτιά, καθώς οι Ισραηλινοί μέτοχοι της επιχείρησης φαίνεται να μην κάνουν βήματα ούτε προς τα εμπρός, δηλαδή για την οριστική εξυγίανση της επιχείρησης, ούτε προς τα πίσω, δηλαδή να την απεμπολήσουν.
Οι πιέσεις είναι σίγουρο ότι θα συνεχιστούν στο άμεσο μέλλον και οι διάφοροι έλεγχοι (ΣΕΠΕ κ.λπ.) θα πυκνώσουν, καθώς η κυβέρνηση θέλει να προσκαλέσει επενδυτές να διαθέσουν κεφάλαια για καζίνο σε Ελληνικό, Κρήτη, Μύκονο και Σαντορίνη. Για να συμβεί αυτό, δεν μπορεί να υπάρχουν επιχειρήσεις που λειτουργούν παρασιτικά.
Η ΕΕΕΠ δεν έχει προσωπικό να διαχειριστεί υποθέσεις εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ
Το δύσκολο έργο εφαρμογής της νέας νομοθεσίας των επιχειρήσεων καζίνο (ΕΚΑΖ) έχει αναλάβει να υλοποιήσει η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ). Η Επιτροπή, παρότι διαχειρίζεται σε καθημερινή βάση εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ και μια πολύ ιδιαίτερη κατηγορία επιχειρήσεων (καζίνο, online εταιρείες), δεν έχει μόνιμο προσωπικό και λειτουργεί με αποσπασμένους δημοσίους υπαλλήλους. Σύμφωνα με στελέχη της Επιτροπής, η οποία λειτουργεί έξι χρόνια, το προσωπικό αρχίζει να μειώνεται, διότι συνήθως επιστρέφει στις παλιές του οργανικές θέσεις εργασίας. Ο κύριος, όμως, λόγος είναι η απουσία επίσημου οργανογράμματος της ΕΕΕΠ, το οποίο, παρότι έχει υποβληθεί εδώ και έναν χρόνο, ακόμα δεν έχει εγκριθεί από την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών και του υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Έτσι, η ΕΕΕΠ, ενώ διαχειρίζεται πολύ σημαντικές υποθέσεις, σε μια ιδιάζουσα αγορά, δεν διαθέτει αρκετό προσωπικό. Η ΕΕΕΠ είναι οικονομικά αυτοτελής, λόγω των τελών που εισπράττει και, ως εκ τούτου, δεν επιβαρύνει τον προϋπολογισμό. Το έργο της αναμένεται να γίνει ακόμα πιο δύσκολο, στην περίπτωση που οι επιχειρήσεις καζίνο μεταβούν στο νέο καθεστώς λειτουργίας που ψηφίστηκε στις αρχές του έτους (ν. 4512/2018), όταν απελευθερωθεί η αγορά του ηλεκτρονικού τζόγου, κάτι που αναμένεται να συμβεί μετά το 2020.
Σημειώνεται ότι η ΕΕΕΠ το 2017 εισέπραξε και απέδωσε για λογαριασμό του ελληνικού Δημοσίου φόρους 752 εκατ. ευρώ. Το 2018, με το άνοιγμα της αγοράς των VLTs του ΟΠΑΠ, τη διενέργεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου και την άνοδο των εσόδων από τους διαδικτυακούς παρόχους τυχερών παιγνίων, τα δημόσια έσοδα θα ξεπεράσουν τα 800 εκατ. ευρώ. Αν συμβεί αυτό, τότε η αγορά παιγνίων θα έχει συνεισφέρει στο Δημόσιο φόρους 2,8 δισ. ευρώ σε τέσσερα έτη. Κύριος «αιμοδότης» είναι ο ΟΠΑΠ, ο οποίος αποδίδει πάνω από 400 εκατ. ευρώ ετησίως σε φόρους παιγνίων. Φέτος αναμένεται να αποδώσει φόρο παιγνίων που για πρώτη φορά θα ξεπεράσει το μισό δισ. ευρώ. Οι φόροι παιγνίων δεν έχουν καμία σχέση με τους φόρους εισοδήματος που πληρώνουν όλες οι επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων του κλάδου στα τέλη κάθε έτους. Οι φόροι παιγνίων προκαταβάλλονται στο ελληνικό Δημόσιο και, συνήθως, αντιστοιχούν σε ποσοστό επί των ακαθάριστων εσόδων των παιγνίων. Είναι ο γνωστός φόρος Gross Gaming Revenues Tax ή GGR Tax, που ανέρχεται σε περίπου 30% επί των ακαθάριστων εσόδων (δηλαδή τον τζίρο μείον τα κέρδη στους παίκτες). Το ελληνικό Δημόσιο, επίσης, εισπράττει φόρους από τα κέρδη των παικτών, που ανέρχονται σε 15% για κέρδη 101 έως 500 ευρώ και 20% για κέρδη άνω των 500 ευρώ. Μόνον τα κέρδη των παικτών καζίνο είναι αφορολόγητα.
Διαβάστε το άρθρο “Τάξη στην αγορά των καζίνο θέλει να βάλει η κυβέρνηση” του Βαγγέλη Μανδραβέλη στην πηγή “www.kathimerini.gr”