Είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς, ακόμη και αναδρομικά, την ακριβή στιγμή που συντελείτε μια μεγάλη αλλαγή. Εντούτοις, μπορούμε να ισχυριστούμε με σχετική ασφάλεια ότι ο κόσμος του τζόγου άλλαξε δραματικά μετά τα γεγονότα που έλαβαν χώρα γύρω από μια πράσινη τσόχα στο καζίνο Binion’s Horseshoe του Λας Βέγκα,. στις 23 Μαΐου του 2003, κατά την τελευταία ημέρα του World series of poker (WSOP) εκείνης της χρονιάς
Στο γύρο που προηγήθηκε του τελικού τραπεζιού –στον οποίο θα συμμετείχαν οι εννέα επικρατέστεροι παίκτες από τους 839 διαγωνιζόμενους του τουρνουά, και οι οποίοι θα διεκδικούσαν χρηματικό έπαθλο ύψους 2,5 εκατ. Δολαρίων- ο Phil Ivey, ένας από τους πιο ευφυείς και σκληρούς παίκτες των τελευταίων ετών, αναμετρήθηκε με τον Chris Moneymaker, έναν άγνωστο 27χρονο λογιστή από το Nashville. Ο πρωτοεμφανιζόμενος έθεσε εκτός τουρνουά τον κ. Ivey χάρη στο ευνοϊκό για εκείνον τελευταίο κοινό φύλλο που ανοίχτηκε στο τραπέζι. Ο κ. Ivey, που είναι ένας ανέκφραστος παίκτης της παλαιάς σχολής, έσφιξε με βαριά καρδιά το χέρι του αντιπάλου του. Ο κ. Moneymaker συνέχισε στο τελικό τραπέζι και κέρδισε το πολυπόθητο μπρασελέ..
Η νίκη του τελευταίου δημιούργησε το λεγόμενο φαινόμενο Moneymaker: η δημοτικότητα του παιχνιδιού αυξήθηκε κατακόρυφα. Ξαφνικά, τα να αναλώνει το χρόνο του κανείς μπροστά σε έναν υπολογιστή, παίζοντας πόκερ έμοιαζε ο δρόμος για την κορυφή του κόσμου. Δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι καθένας μπορούσε να γίνει εκατομμυριούχος. Εξάλλου, αντίθετα με ότι ισχύει γενικά στον επαγγελματικό αθλητισμό, οι αστέρες του πόκερ δεν διαφέρουν από τους «κοινούς θνητούς», τυχαίνει απλώς να είναι πιο επιτυχημένοι. Μετά τη νίκη του κ. Moneymaker, το τουρνουά κέρδισαν άνθρωποι από διαφορετικούς επαγγελματικούς χώρους, όπως ένας δικηγόρος ειδικευμένος στο δίκαιο ευρεσιτεχνίας, ένας ατζέντης του Χόλιγουντ και ένας επαγγελματίας παίκτης του πόκερ, ηλικίας 21 ετών.
Ωστόσο, δεν άλλαξε ριζικά μόνο το επαγγελματικό πόκερ, την τελευταία δεκαετία, αλλά και όλες οι μορφές τζόγου παγκοσμίως. Ο λόγος είναι απλός: για πρώτη φορά όποιος θέλει να τζογάρει, μπορεί να το κάνει, αρκεί να διαθέτει σύνδεση στο διαδίκτυο. Η ροπή προς τα τυχερά παιχνίδια δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε σε πόλη του νοτιοανατολικού Ιράν, χτισμένη την εποχή του χαλκού, έφερε στο φως δύο ζάρια που χρονολογούνται πριν από περίπου 5000 χρόνια. Η ισλαμική θρησκεία απαγορεύει την συμμετοχή σε τυχερά παιχνίδια, όμως η Βίβλος αναφέρει την χρήση των λαχνών ή της τύχης για τον καθορισμό ενός αποτελέσματος. Η κερδοσκοπική χαρτοπαιξία αποτέλεσε πολλές φορές το θέμα έργων τέχνης.
Η ευρύτατη διάδοση και η σταθερή απήχηση του τζόγου οφείλονται τόσο στην επιθυμία του ανθρώπου να ελέγξει τη θεμελιώδη τυχαιότητα του σύμπαντος, όσο και στην προσδοκία του εύκολου και γρήγορου κέρδους –που έχει και αυτό τη γοητεία του- με σύμμαχο τη θεά τύχη. Η συσχέτιση της καλής ή κακής έκβασης ενός παιχνιδιού με τη θεϊκή τιμωρία ή εύνοια αντίστοιχα, είναι πολύ πιο ανώδυνη από την αποδοχή των ψυχρών νόμων των πιθανοτήτων.
Εντούτοις, ο τζόγος έχει και μια πιο σκοτεινή πλευρά, γνωστή ήδη από την αρχαιότητα. Η Rig Veda, μία συλλογή ινδικών θρησκευτικών ύμνων που χρονολογούνται στην περίοδο 1700-1100 πΧ., περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το δραματικό μονόλογο ενός μανιώδους παίκτη ζαριών, ο οποίος θρηνεί για την κατάντια του: «Με τη χασούρα μου στα ζάρια, ντρόπιασα την πιστή μου γυναίκα. Η πεθερά μου με μισεί, και η γυναίκα μου με διώχνει. Κανείς δεν λυπάται αυτόν που χάνει. Κανείς δεν τον θέλει, θυμίζει άλογο που το πουλάνε, όταν γεράσει».
Όπως διαπιστώνει και ο παρατημένος από τη γυναίκα του ποιητής, οι αριθμοί καθιστούν τη συμμετοχή στα περισσότερα τυχερά παιχνίδια χαμένο κόπο. Οι πιθανότητες να πετύχει κανείς το τζακ-ποτ στην αμερικανική λοταρία Mega Millions, που μοιράζει τα μεγαλύτερα κέρδη, είναι μία στα 176 εκατομμύρια. Στο Euro Millions, όπου συμμετέχουν παίκτες από εννέα δυτικοευρωπαϊκές χώρες, οι πιθανότητες είναι κάπως πιο ενθαρρυντικές: μία στα 76 εκατομμύρια. Οι πιθανότητες να πέσει η μπίλια στον αριθμό που έχει ποντάρει ένας παίκτης στη ρουλέτα είναι, κατά μέσο όρο, 1 προς 36-37. Οι παίκτες του πόκερ έχουν περίπου τις ίδιες πιθανότητες να πετύχουν φλος ρουαγιαλ με το να τους χτυπήσει κεραυνός.
Ένα «σπορ»για πολλούς
Ωστόσο, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Το 2007 οι μισοί, σχεδόν, Αμερικανοί και πάνω από τα 2/3 των Βρετανών έβαλαν κάποιο χρηματικό στοίχημα. Εκατοντάδες εκατομμύρια λαχνοί πωλούνται κάθε εβδομάδα. Η αξία της παγκόσμιας αγοράς τυχερών παιχνιδιών εκτιμάται ότι αγγίζει περίπου τα 335 δις. Δολάρια το χρόνο. Πέρυσι, μόνο το Λας Βέγκας είχε τζίρο 10,4 δις. Δολάρια από τυχερά παιχνίδια, ενώ το Μακάο είχε τζίρο 14,7 δις. Δολάρια.
Για το Βέγκας ο αριθμός αυτός εκφράζει μείωση του τζίρου συγκριτικά με το 2008. Αντίθετα, τα κέρδη από τα online τυχερά παιχνίδια συνεχίζουν να αυξάνονται. Η συμβουλευτική εταιρεία Η2 Gambling Capital, που παρακολουθεί την παγκόσμια αγορά τυχερών παιχνιδιών, εκτιμά ότι τα κέρδη από τον ηλεκτρονικό τζόγο άγγιξαν το 2009 περίπου τα 26 δις. Δολάρια. Στα ήδη υπάρχοντα διεθνή κέντρα τζόγου, όπως το Βέγκας, το Μακάο και το Μονακό, έχουν προστεθεί το Αλντερνει, το Γιβραλτάρ, η Αντίγκουα και η Μάλτα, που αποτελούν ακατανίκητους πόλους έλξης για τις επιχειρήσεις διαδικτυακού τζόγου εξαιτίας του ευνοϊκού φορολογικού καθεστώτος τους.
Οι επιχειρήσεις αυτές επέφεραν τη σταδιακή κατάργηση των περιορισμών που ίσχυαν στο παρελθόν. Η νομοθετική απαγόρευση των ηλεκτρονικών τυχερών παιχνιδιών υπήρξε περίπου το ίδιο αποτελεσματική με την απαγόρευση δια νόμου του διαδικτυακού περιεχομένου άλλου τύπου, γεγονός που αποδεικνύεται από την έξαρση που γνωρίζουν οι δραστηριότητες παράνομου ηλεκτρονικού τζόγου. Οι ΗΠΑ παραμένουν με διαφορά η μεγαλύτερη ενιαία αγορά online τυχερών παιχνιδιών, παρά την ψήφιση το 2006 του νόμου UIGEA (Unlawful Internet Gaming Enforcement Act) που αποτέλεσε προσθήκη στο νομοσχέδιο για την ασφάλεια των λιμένων, και που απαγορεύει τη μεταφορά χρημάτων από οποιοδήποτε αμερικανικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα σε ιστοσελίδες online τζόγου. Μετά την επιβολή της απαγόρευσης, πολλές γνωστές ιστοσελίδες σταμάτησαν να λειτουργούν στις ΗΠΑ, ωστόσο, αντικαταστάθηκαν σύντομα από άλλες. Οι Αμερικανοί στοιχηματίζουν σήμερα σε online τυχερά παιχνίδια τα ίδια περίπου ποσά με εκείνα που στοιχημάτιζαν το 2006.
Η μετάβαση των τυχερών παιχνιδιών στο διαδίκτυο απειλεί ορισμένες παραδοσιακές μορφές τζόγου, όπως ο ιππόδρομος, όμως ευνοεί κάποιες άλλες, όπως οι «κουλοχέρηδες» και οι λοταρίες. Επιπλέον, οι «επίγειοι» ναοί του τζόγου συνεχίζουν να επεκτείνονται με αμείωτους ρυθμούς. Τον προηγούμενο Δεκέμβριο άνοιξε τις πύλες του το τελευταίο απόκτημα του περιβόητου Las Vegas Strip: το συγκρότημα City Center. Με επιφάνεια 31 εκτάρια και προϋπολογισμό σχεδόν 8,5 δις δολάρια, αποτελεί το μεγαλύτερο κατασκευαστικό έργο στην ιστορία των ΗΠΑ, που υλοποιήθηκε με ιδιωτική χρηματοδότηση.
Σήμερα υπάρχουν καζίνο σε 33 πολιτείες των ΗΠΑ (πολλά από τα οποία ελέγχονται από περίπου 200 φυλές αυτόχθονων ινδιάνων), και σε περισσότερες από 20 ευρωπαϊκές χώρες. Η εταιρία Las Vegas Sands Corporation, στην ανήκουν τα ξενοδοχεία και τα καζίνο Venetian στο Λας Βέγκας και το Μακάο, εγκαινίασε τον περασμένο Απρίλιο το Marina Bay Sands στη Σιγκαπούρη. Ο Cheldon Adelson, διευθύνον σύμβουλος της Sands, πιστεύει ότι η Ασία μπορεί άνετα να φιλοξενήσει «5-10 Λας Βέγκας».
Την τελευταία δεκαετία ακόμα ο τζόγος άλλαξε πολύ περισσότερο από ότι τα τελευταία 70 χρόνια. Το διαδίκτυο ανάγκασε τις υπάρχουσες επιχειρήσεις να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, μετασχημάτισε το πολιτικό, οικονομικό, επιχειρησιακό και ηθικό πλαίσιο λειτουργίας τους, και τους παρείχε νέες ευκαιρίες. Το παρών αφιέρωμα προτίθεται να αναδείξει αυτές τις αλλαγές, εξετάζοντας τις κυριότερες μορφές τζόγου, αφήνοντας στην άκρη δυνατά πάθη τοπικού χαρακτήρα, όπως οι κυνοδρομίες, το μπίνγκο, το jai-alai (βασκική παραλλαγή του χαντ μπολ) και οι αγώνες κρίκετ. Θα ξεκινήσουμε με το παιχνίδι που έκανε διάσημο τον κ. Moneymaker.
Η ΕΛΞΗ ΤΟΥ ΡΙΣΚΟΥ
Στις 11 τι βράδυ είχαν μείνει στα τραπέζια μόνο οι παθιασμένοι παίκτες, που έρχονταν στα ιαματικά λουτρά μονάχα, για να παίξουν ρουλέτα, που δεν πρόσεχαν τι συνέβαινε γύρω τους, ούτε ενδιαφέρονταν για τίποτε άλλο, όσο διαρκούσε η σεζόν. Έπαιζαν από το πρωί ως το βράδυ, και θα μπορούσαν κάλλιστα να συνεχίζουν να παίζουν ως την αυγή».
Σήμερα οι τζογαδόροι μπορούν να παίζουν μέχρι το ξημέρωμα, όχι μόνο ρουλέτα, αλλά όποιο παιχνίδι θέλουν. Ωστόσο, η εικόνα που περιγράφει το 1867 ο Ντοστογιέφσκι είναι γνώριμη σε όποιον έχει βρεθεί σε καζίνο αργά τη νύχτα. Ο Ρώσος συγγραφέας μιλούσε εκ πείρας, λέγεται μάλιστα ότι έγραψε την νουβέλα του με τίτλο «ο παίκτης», για να ξεπληρώσει τα χαρτοπαικτικά του χρέη. Τι είναι, όμως, αυτό που κάνει ορισμένους ανθρώπους να συνεχίζουν να παίζουν έως ότου χάσουν μέχρι και το σπίτι τους ενώ κάποιοι άλλοι ξέρουν πότε να σταματούν?
Ο W.I.Thomas, Αμερικανός κοινωνιολόγος των αρχών του 20ου αιώνα, υποστήριζε ότι η προδιάθεση για το ρίσκο είναι απαραίτητη σε ένα βαθμό για την ανάπτυξη του ανθρώπου. Πίστευε ότι το ένστικτο του τζόγου «γεννιέται σε όλα τα φυσιολογικά άτομα. Αποτελεί έκφραση ενός ισχυρού αντανακλαστικού που προΰπαρχε ήδη στα ζώα. Το ένστικτο είναι, αυτό καθαυτό, αλάνθαστο και απαραίτητο». Ο Clemens France, ψυχολόγος της ίδιας περιόδου, εντόπισε ομοιότητες ανάμεσα στο τζόγο και την θρησκευτική πίστη: και οι 2 αυτές προσωπικές επιλογές εξέφραζαν την ανάγκη του ανθρώπου για ασφάλεια ευταξία και κάθαρση.
Οι παραπάνω θεωρητικοί αναφέρονταν στο τζόγο ως χόμπι, όμως για ορισμένους είναι κάτι πολύ περισσότερο από ερασιτεχνική απασχόληση. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 60 και του 70, οι καταχρήσεις του τζόγου άρχισαν να αντιμετωπίζονται ως ιατρικό πρόβλημα. Ο Αμερικανός ψυχίατρος Robert Caster υποστήριζε ότι ο τζόγος είναι εξίσου εθιστικός με το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, και πράγματι, οι άνθρωποι που κάνουν κατάχρηση ουσιών είναι πιο επιρρεπείς στον παθολογικό τζόγο. Σχεδόν τα ¾ των εξαρτημένων τζογαδόρων πάσχουν από κατάθλιψη και αρκετοί από αυτούς κάνουν απόπειρα αυτοκτονίας. Κοινωνική έρευνα που πραγματοποίησε ο κύριος Custer έδειξε ότι οι παθολογικοί τζογαδόροι είναι συνήθως εξωστρεφείς, έξυπνοι και γενναιόδωροιαλλά και παρορμητικοί, ανγχωτικοί, και ανήσυχοι τύποι, οι οποίοι επιζητούν την άμεση ικανοποίηση των επιθυμιών τους.
Πηγή : Αφιέρωμα απο την Καθημερινή