Ογδόντα χρόνια ιστορίας συμπληρώνουν εφέτος τα περίφημα παιχνίδια «φρουτάκια» στη χώρα μας, αφού τα πρώτα μηχανήματα τοποθετήθηκαν και λειτούργησαν στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 1932. Κατά την πρώτη εμφάνισή τους στον πολύ κόσμο, έγιναν γνωστά με τη χαρακτηριστική ονομασία «αμερικανικός “παπάς”» και θεωρήθηκαν ευθύς εξαρχής «μηχανές που παίρνουν τάλληρα και δίνουν… αέρα».
Ο κόσμος ξετρελάθηκε με το νέο παιχνίδι, το οποίο έδινε ως «δόλωμα» και πραγματικές καραμέλες!
Η εμφάνιση
Μπορεί στην Ελλάδα τα πρώτα μηχανήματα να έγιναν γνωστά ως «παπάδες», προφανώς διότι συνδυάσθηκαν με το γνωστό παιχνίδι στους δρόμους, αλλά το πραγματικό τους όνομα ήταν «αυτόματοι πωλητές», δηλαδή μηχανήματα που λειτουργούν με κέρματα (slot machines). Διεθνώς επικράτησε ο όρος «κουλοχέρης», για ευνόητους λόγους.
Ο πρώτος μηχανικός «κουλοχέρης» ήταν το Liberty Bell που εφηύρε το 1895 ο μηχανικός αυτοκινήτων Charles Fey (18621944) στο Σαν Φρανσίσκο.
Ο πρώτος ηλεκτρομηχανικός κουλοχέρης παρήχθη το 1934 και 30 χρόνια αργότερα (1964) το πρώτο ηλεκτρονικό μηχάνημα. Τα πρώτα μηχανήματα ήταν πιο απλά, πάντα όμως λειτουργούσαν με κέρματα.
Η δυναμική και μάλλον… θριαμβευτική παρουσία τους στην Αθήνα έγινε σε περίοδο οικονομικής κρίσης. Μηχανήματα τοποθετήθηκαν σε κεντρικά σημεία της ελληνικής πρωτεύουσας και λειτούργησαν ως «παγίδες» για πολλούς αφελείς. Τοποθετήθηκαν στους ηλεκτρικούς σταθμούς Ομονοίας και Πειραιώς, στη Στοά Φέξη, σε μερικά από τα μεγαλύτερα, κεντρικά και πολυσύχναστα «εδωδιμοπωλεία» των Αθηνών και σε αρκετά επίσης πολυσύχναστα κέντρα.
Εγκατεστημένα σε εμφανή σημεία, έγιναν το επίκεντρο του ενδιαφέροντος και αμέσως προκάλεσαν οργανωμένη επίθεση από τον Τύπο. Αφού λειτούργησαν πρώτα στις Ηνωμένες Πολιτείες, εξαπλώθηκαν με ραγδαίο ρυθμό στην Ευρώπη και στην εγγύς Ανατολή, απ’ όπου πέρασαν και στην Αθήνα.
Οι Έλληνες εισαγωγείς είχαν τοποθετήσει μία μεταλλική πινακίδα οδηγιών για τους χρήστες του μηχανήματος. Η πινακίδα αυτή ανέφερε τα εξής: «Ρίπτοντες πεντόδραχμον σύρατε τον μοχλόν, αφήσατε τους τροχούς να σταματήσουν, επιστρέψατε το εις το κάτω μέρος κλείθρον και θα λάβετε δέμα καραμελών». Πράγματι, έναντι του τάλιρου έπεφτε ένα σωληνάριο με καραμέλες άθλιας ποιότητας. Αλλά εκεί ξεκινούσε η παγίδα. Οι καρα μέλες ήταν το πρόσχημα.
Οι οδηγίες ανέφεραν ακόμη τα εξής: «Πλην των καραμελών επιτυγχανομένων των παραπλεύρως συνδυασμών εξέρχονται αυτομάτως του μηχανήματος κατ’ αναλογίαν πλέον των 30% και μάρκες αξίας πέντε δραχμών εκάστη, ανταλλασσόμεναι εν τω παρόντι καταστήματι δι’ εμπορευμάτων»! Ωστόσο, σχεδόν πάντα οι ελάχιστοι «τυχεροί» δεν ήθελαν εμπορεύματα, αλλά μετρητά. Τι έπρεπε όμως να πετύχουν για να κερδίσουν το τάλιρο;
Όπως και σήμερα, γύριζαν τρία ρολά κάτω από το γυαλί σχηματίζοντας τρία όμοια ή διαφορετικά σήματα. Με τρεις καμπάνες κέρδιζε ο παίχτης δεκαέξι τάλιρα, με τρία ροδάκινα οκτώ τάλιρα, ενώ το υψηλότερο ποσό που μπορούσε να κερδίσει κανείς ήταν 40 τάλιρα. Εισαγωγέας των πρώτων 20 μηχανημάτων στην Ελλάδα ήταν ο Αμβρόσιος Γκίλμπερτ, που ο ελληνικός Τύπος θεωρούσε όη ήταν από τους γκάνγκστερ της Αμερικής που είχαν έρθει στην Ελλάδα «για να εξαπατήσουν και να γδύσουν το ελληνικό ν κοινόν».
Ο… γκάνγκστερ
Ο νεαρός Γκίλμπερτ εγκαταστάθηκε στην οδό Μοσχονησίων, σε ένα υπερπολυτελές γραφείο, απ’ όπου διηύθυνε την επικερδή επιχείρηση του. Επί των εισπράξεων, τη μερίδα του λέοντος, το 70%, το έπαιρνε ο Γκίλμπερτ και το 30% ο καταστηματάρχης που είχε δώσει την άδεια για την τοποθέτηση του μηχανήματος. Ηδη, στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου του 1932 λειτουργίας τους είχαν εμφανιστεί θύματα που ξόδεψαν ακόμη και τετρακόσια πεντάδραχμα, δηλαδή 2.000 δραχμές, χωρίς να κερδίσουν ούτε ένα.
Όσο για τις καθαρές εισπράξεις του Γκίλμπερτ, ξεπερνούσαν τις 10.000 δραχμές ημερησίως! 0 δημοσιογράφος Ν. Ευστρατίου κήρυξε «πόλεμο» στη λειτουργία τους, την οποία θεωρούσε «μία από ης σπουδαιότερες επιχειρήσεις των γκάνγκστερ του Αλ Καπόνε και του φονευθέντος Τζακ Ντάιμοντ και των λοιπών αρχισυμμοριτών»! Έτσι, εντός εξαμήνου έπαυσε άδοξα η λειτουργία των πρώτων «κουλοχέρηδων» στην πόλη των Αθηνών.
Διαβάστε το άρθρο: Τα «φρούτα» του τζόγου στο κέντρο της Αθήνας, στην πηγή: ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ του ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΣΚΙΑΔΑ