Δυναμική παρέμβαση στο εν πολλοίς ασύδοτο τοπίο του διαδικτυακού τζόγου αναμένεται να κάνει η κυβέρνηση. Το υπουργείο Οικονομικών αναμένεται να φέρει στις αρχές του 2018 αναλυτικό νομοσχέδιο αδειοδότησης των σχετικών εταιρειών με στόχο να κλείσει ένας κύκλος απόλυτης ανυπαρξίας φορολογικών ελέγχων που κράτησε πολλά χρόνια.
Πρόκειται, όμως, και για μια επιλογή που έχει προκαλέσει ανησυχία σε πολλούς επιχειρηματίες με ισχυρή παρουσία στη δημόσια σφαίρα, καθώς δεν βλέπουν με καλό μάτι ορισμένες σημαντικές λεπτομέρειες του κυβερνητικού σχεδιασμού.
Το ιστορικό έχει ως εξής: Το 2011 ψηφίστηκε ο νόμος 4002 (είναι γνωστός στον χώρο ως «Νόμος Βενιζέλου») με τον οποίο δόθηκαν προσωρινές άδειες σε όποιον επιθυμούσε να έχει «νόμιμη» λειτουργία στη χώρα μας.
Χορηγήθηκαν 24 άδειες σε ισάριθμες εταιρείες (από αυτές σήμερα εμφανίζονται να έχουν δραστηριότητα οι 15). Το ενδιαφέρον είναι πως παρά τις σύγχρονες απαιτήσεις και τις πιέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο νόμος αυτός ήταν εξαιρετικά «κακοφτιαγμένος», όπως λένε γνωρίζοντας τα του διαδικτυακού τζόγου.
Το όλο πλαίσιο και τα κριτήρια χαρακτηρίζονται εξαιρετικά «θολά» ή ελλιπή. Δεν υπήρχε σαφής πρόβλεψη ούτε για το ακριβές αντίτιμο που θα έπρεπε να καταβάλουν οι επίδοξοι αδειούχοι ούτε σαφές χρονοδιάγραμμα για το πότε θα γίνει απαιτητό το αντίστοιχο ποσό. Με άλλα λόγια, δημιουργήθηκε ένα εξαιρετικά χαλαρό πλαίσιο που άφησε ανεξέλεγκτους τους επιχειρηματίες.
Γι’ αυτό αρκετοί εξ αυτών εκμεταλλεύτηκαν τα περιθώρια που τους άφησε το Δημόσιο. Πληροφορίες αναφέρουν, για παράδειγμα, ότι τρεις εκ των αδειών ανήκουν σε επιφανή επιχειρηματία, με έντονη «συνδικαλιστική» παρουσία στον χώρο των εργοδοτών.
Άλλες πληροφορίες φέρουν κατόχους αδειών να έχουν, παρά τα όσα προβλέπει ο νόμος, υπενοικιάσει τις άδειες, επιτρέποντας να κυκλοφορεί «μαύρο χρήμα».
Ακόμη, γίνεται λόγος για ένα εξαιρετικά ευνοϊκό φορολογικό πλαίσιο που επιτρέπει στις εταιρείες αυτές όχι μόνο να «πειράζουν» τα δηλωθέντα μεγέθη, αλλά και να εκμεταλλεύονται το γεγονός πως απουσιάζει οποιοδήποτε νομικό εργαλείο για την επιβολή ελέγχων από τις ελληνικές φορολογικές αρχές.
Σε όλα αυτά προστίθεται και το εξής: η ταυτότητα των ιδιοκτητών ή μετόχων των επιχειρήσεων, αλλά και των όσων χρησιμοποιούν τελικά τις άδειες, παραμένει στις περισσότερες περιπτώσεις άγνωστη, με αποτέλεσμα να αξιοποιείται το διεθνές πλέγμα προστασίας που παρέχουν οι υπεράκτιες εταιρείες.
Στο αμιγώς φορολογικό πεδίο ισχύει το εξαιρετικά «παράδοξο»: Σύμφωνα με τον νόμο υπάρχει η λεγόμενη «συμμετοχή του Δημοσίου», που ανέρχεται σε 35% και επιβάλλεται στα έσοδα των εταιρειών. Ωστόσο, η προβλεπόμενη φορολογία σταματά εκεί. Λόγω του ισχύοντος νόμου του 2011 δεν είναι νομικά δυνατόν να επιβληθεί φόρος εισοδήματος στις εταιρείες, όπως σε όλες τις άλλες, με αποτέλεσμα σ’ αυτές να γίνεται, σύμφωνα με πληροφορίες, «πάρτι».
Παράλληλα, δεν υπάρχει πρόβλεψη για φορολογικούς ελέγχους, ενώ οι εφορίες βρίσκονται με δεμένα τα χέρια, αφού η δυνατότητα που έδινε ο νόμος στις εταιρείες να λειτουργούν σε ευρωπαϊκή χώρα λειτουργεί σαν τείχος προστασίας.
Αστρονομικά ποσά
Αξίζει να σημειωθεί πως, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύουν οι ίδιες οι εταιρείες, το πρώτο εξάμηνο του 2017 το συνολικό ποσό που «παίχτηκε» στις προσωρινά αδειοδοτημένες εταιρείες άγγιζε τα 2 δισ. ευρώ.
Οι ίδιες δήλωσαν, όμως, ότι είχαν κέρδη μόνο 97 εκατ. ευρώ!
Η κυβέρνηση επιθυμεί να παρέμβει δυναμικά στον χώρο και να θέσει αυστηρά κριτήρια για τις άδειες (πιθανότατα πενταετίας) που θα χορηγηθούν με το νέο καθεστώς.
Αναμένεται να καθορίσει συγκεκριμένο ύψος αντιτίμου για κάθε άδεια και αυστηρά κριτήρια για τους εκπροσώπους των εταιρειών και τις οικονομικές τους δραστηριότητες.
Κομβικό σημείο αποτελεί, πάντως, η πρόβλεψη να απαιτείται η ύπαρξη φυσικής εγκατάστασης της εταιρείας στην Ελλάδα (όπως και της υλικοτεχνικής υποδομής της), κάτι που θα επιτρέψει τους φορολογικούς ελέγχους και θα ανακόψει τις μεθοδεύσεις διαφόρων που αξιοποιούν τους εντός Ε.Ε. «φορολογικούς παραδείσους».
Το νομοσχέδιο, όταν θα δοθεί για διαβούλευση, αναμένεται να προκαλέσει πολλές αντιπαραθέσεις και έντονο επιχειρηματικό πόλεμο, από τον οποίο η κυβέρνηση θέλει να κρατήσει αποστάσεις.
Χαρακτηριστικά των προθέσεων των αντιπαρατιθέμενων πλευρών ήταν τα όσα εκτυλίχθηκαν στα τέλη Νοεμβρίου.
Σημαίνοντα κοινοβουλευτικά στελέχη της Ν.Δ. κατέθεσαν ερώτηση στις 29 Νοεμβρίου προς το υπουργείο Οικονομικών, που θα φέρει άλλωστε το νομοσχέδιο, με την οποία ρωτούσαν μεταξύ άλλων αν υπάρχουν «ιδιοκτήτες ή μέτοχοι εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του διαδικτυακού στοιχηματισμού και έχουν εκκρεμότητες με τις φορολογικές αρχές».
Την επομένη, η εφημερίδα «Έθνος» με εκδότη τον Δημήτρη Μάρη (stoiximan.gr) δημοσίευσε δισέλιδο επιθετικό κείμενο στον Κυριάκο Μητσοτάκη, με το οποίο τον εγκαλούσε επειδή έχει ως σύμβουλό του τον καθηγητή Γιώργο Γεραπετρίτη.
Χαρακτήριζε τον συνεργάτη του προέδρου της Ν.Δ. «άνθρωπο με διαχρονικές σχέσεις με την ΟΠΑΠ Α.Ε.» και «με εμπλοκή στην υπόθεση Siemens», ενώ έψεγε την αξιωματική αντιπολίτευση επειδή κρατά «επαμφοτερίζουσα στάση» έναντι των επιδιώξεων του ΟΠΑΠ.
Διαβάστε το άρθρο με τίτλο ”Φως στα άδυτα του διαδικτυακού τζόγου” του Νίκου Σβέρκου στη πηγή www.efsyn.gr