Νέα ανακοίνωση για να απαντήσει στις αναφορές της Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα εξέδωσε πριν λίγο η Ελεγκτική Υπηρεσία.
Στην ανακοίνωση γίνεται λόγος για επικίνδυνο δρόμο που η Ειρήνη Λοϊζίδου έχει επιλέξει να ακολουθήσει, καθώς και για την προστασία των πληροφοριοδοτών.
Τονίζεται ότι η Επίτροπος αποφάσισε πως η ίδια θα κρίνει ποιες πληροφορίες που δίνονται από πληροφοριοδότες για ενδεχόμενα ποινικά αδικήματα διαφθοράς και ξεπλύματος βρώμικου χρήματος είναι καλόπιστες και ποιες κακόπιστες και εκδικητικές.
Αυτούσια η ανακοίνωση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας:
Αναφορικά με τη σημερινή ανακοίνωση της Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα σημειώνονται τα ακόλουθα:
Η νέα ανακοίνωση της Επιτρόπου αποδεικνύει τον επικίνδυνο δρόμο που η ίδια έχει επιλέξει να ακολουθήσει. Αποφάσισε η Επίτροπος πως η ίδια θα κρίνει ποιες πληροφορίες που δίνονται από πληροφοριοδότες για ενδεχόμενα ποινικά αδικήματα διαφθοράς και ξεπλύματος βρώμικου χρήματος είναι καλόπιστες και ποιες κακόπιστες και εκδικητικές, τις οποίες ονομάζει «κάρφωμα». Επαναλαμβάνει δε την πρόθεση της να κυνηγά και να διώκει αυτούς που «καρφώνουν».
Ευτυχώς για τη χώρα μας, η προστασία των πληροφοριοδοτών δεν εναπόκειται στην κρίση της Επιτρόπου αλλά κατοχυρώνεται τόσο στον περί της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς (Κυρωτικό) Νόμο (Ν. 25(III)/2008), που υπερέχει σε ισχύ έναντι του ημεδαπού και ευρωπαϊκού δικαίου, αλλά και στον ίδιο τον Κανονισμό 2016/679, από τον οποίο αντλεί τις εξουσίες της η Επίτροπος, όπως τον Κανονισμό αυτό έχει ερνημεύσει η Υπηρεσία του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων (European Data Protection Supervisor), που έχει εκδώσει το εγχειρίδιο «Guidelines on processing personal information within a whistleblowing procedure» . Ας διαβάσει δε η Επίτροπος το εγχειρίδιο για να διαπιστώσει ότι μία καταγγελία είναι κακόπιστη μόνο αν ο πληροφοριοδότης αναφέρει γεγονότα που γνωρίζει πως δεν είναι αληθή. («A statement is maliciously made if the whistleblower report activities that he/she knows are not true.»). Στην περίπτωση της καταγγελίας κατά του ΟΠΑΠ όλες ανεξαίρετα οι πληφορορίες που δόθηκαν στην Υπηρεσία μας αποδείχθηκαν απολύτα ορθές και ακριβείς.
Έχουμε ήδη ενημερώσει τον Γενικό Εισαγγελέα γιατί θεωρούμε ότι η επιμονή της Επιτρόπου να διώξει τον πληροφοριοδότη μίας τόσο σοβαρής, εν εξελίξει, ποινικής υπόθεσης, και η ενέργεια της να δημοσιοποιήσει τις καταγγελίες της εις βάρος του Γενικού Ελεγκτή για δήθεν διάπραξη ποινικού αδικήματος, επειδή ο Γενικός Ελεγκτής καθηκόντως προστατεύει τον πληροφοριοδότη της Υπηρεσίας, συνιστούν πράξεις που ουσιαστικά παραβιάζουν τον ίδιο τον Κανονισμό 2016/679 αφού θέτουν σε κίνδυνο τα προσωπικά δεδομένα (ταυτότητα) του πληροφοριοδότη.
Θεωρούμε σημαντικό το γεγονός ότι, όταν για πρώτη φορά η Επίτροπος είχε ενημερώσει την Υπηρεσία μας ότι εξετάζει το συγκεκριμένο παράπονο, δηλαδή με την επιστολή της ημερ. 6.12.2017, σε αυτήν ήταν σαφές ότι το παράπονο είχε υποβληθεί στην Επίτροπο από τον ΟΠΑΠ εκ μέρους του προσώπου που εισέπραττε από τον ΟΠΑΠ τις €25.000 μηνιαίως ενώ διαβιούσε στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Διερωτάται κανείς γιατί μια εταιρεία να υποβάλλει παράπονο εκ μέρους ενός φυσικού προσώπου (το οποίο μάλιστα, όπως η ίδια η εταιρεία ισχυρίζεται, όχι μόνο δεν είναι υπάλληλος της αλλά ούτε και συμβατική σχέση έχουν), εκτός αν γιατί τούτο εξυπηρετεί τα ιδιωτικά συμφέροντα της. Με βάση όμως το άρθρο 21(2) του Νόμου Ν.125(I)/2018 η Επίτροπος οφείλει να υπακούει τον Κανονισμό και να εξυπηρετεί τους σκοπούς για τους οποίους αυτός προορίζεται και όχι για να εξυπηρετεί συμφέροντα ιδιωτικών εταιρειών.
Συνεπώς, ενδεχομένως να προκύπτει θέμα κατάχρησης εκ μέρους της Επιτρόπου των εξουσιών της, πιθανό δε, τούτο θα το κρίνει ο Γενικός Εισαγγελέας, να συνιστά και παρέμβαση σε εν εξελίξει διερεύνηση σοβαρών ποινικών αδικημάτων.
Καλούμε για άλλη μια φορά τους πολίτες να κωφεύσουν στους εκφοβισμούς της Επιτρόπου και να καταγγέλλουν στις αρμόδιες αρχές υποθέσεις διαφθοράς και ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Τέτοιες καταγγελίες μπορούν να υποβάλλονται και στην Ελεγκτική Υπηρεσία αν αφορούν θέματα αρμοδιοτήτων της, όσο κι αν η Επίτροπος τόλμησε να αμφισβητήσει ακόμη και το δικαίωμα της Υπηρεσία μας να διατηρεί στην ιστοσελίδα της «Φόρμα για υποβολή παραμόνων / καταγγελιών». Οι αναφορές της Επιτρόπου σε «καρφώματα» και «καρφιά» είναι απαράδεκτες και συγκρούονται ευθέως με την προσπάθεια της πολιτείας για πάταξη της διαφθοράς. Ντροπή της.
Λευκωσία, 2 Ιανουαρίου 2019
Διαβάστε όλο το άρθρο με τίτλο: “Ελεγκτική: Εμμονή Επιτρόπου Προσωπικών Δεδομένων ” : στην πηγή: